- μοναχῆς
- μοναχήfem gen sg (attic epic ionic)μοναχόςuniquefem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γκιγερόγκ, Γκαμπριέλ Ζοζέφ ντε Λαβέρνι ντε- — (Gabriel Joseph de Lavernie de Guilleragues, Μπορντό 1628 – Κωνσταντινούπολη 1685). Γάλλος συγγραφέας. Γόνος οικογένειας δικαστικών, ανέλαβε διάφορα αξιώματα και υπήρξε φίλος του Μολιέρου και του Ρακίνα. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος, γραμματέας του … Dictionary of Greek
αμμά — ἀμμὰ και ἀμμάς, η (AM) μητέρα μσν. 1. προσφώνηση ηγουμένης 2. προσφώνηση κάθε μοναχής 3. γυναίκα όχι μοναχή αρχ. 1. παραμάννα, τροφός 2. ἀμμάς επίθ. τής Ρέας και τής Δήμητρας. [ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη χαρακτηριστική τής νηπιακής γλώσσας (πρβλ. λατ. amma). Ο … Dictionary of Greek
συνθήκη — Ο όρος συνθήκη, στην ευρύτερη σημασία του, περιλαμβάνει τις συμφωνίες μεταξύ δύο ή περισσότερων υποκείμενων διεθνούς δικαίου, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο να δημιουργήσουν, να τροποποιήσουν ή να καταργήσουν διεθνείς έννομες σχέσεις. Στη… … Dictionary of Greek
Μαρία — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ονομαζόταν και Μαριάμ. Ήταν η μητέρα του Χριστού, η Θεοτόκος. Οι μόνες πληροφορίες για τον βίο της περιέχονται στα ευαγγέλια και στα απόκρυφα κείμενα. Βλ. λ. Θεοτόκος. 2. Μ. η Μαγδαληνή. Καταγόταν… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
Σαμπέν, Φιλίπ ντε — (Champaigne), Γάλλος ζωγράφος (1602 1674). Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες και το 1621 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου κατόρθωσε να εξασφαλίσει την εύνοια του Λουδοβίκου ΙΓ’ και του καρδινάλιου Ρισελιέ. Ζωγράφισε πολλούς πίνακες θρησκευτικούς και… … Dictionary of Greek